Τετάρτη 26.03.2025

Τι θα γίνει αν παραιτηθεί τώρα ο Μητσοτάκης;

Πάνος Λουκάκος

Ας επιχειρήσουμε να δούμε ένα φανταστικό σενάριο κατά το οποίο ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποκύπτει στις αμείλικτες πιέσεις του Σωκράτη Φάμελου, του Αλέξη Χαρίτση και της Ζωής Κωνσταντοπούλου και παραιτείται, όπως του ζητούν υπογράφοντες την πρόταση δυσπιστίας

Τι ακολουθεί; Εκλογές μέσα σε έναν μήνα. Και ποια μπορεί να είναι η μετεκλογική συνέχεια αυτών των εκλογών, με δεδομένο ότι κανένα κόμμα δεν θα συγκεντρώσει απόλυτη πλειοψηφία ως έχουν σήμερα οι πολιτικοί συσχετισμοί και άρα δεν θα μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση;

Τα σενάρια

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης έχει επανειλημμένα απορρίψει το ενδεχόμενο συγκυβέρνησης με τη Νέα Δημοκρατία και έχει περιγράψει τα πιθανά μετεκλογικά σενάρια: είτε αυτοδύναμες κυβερνήσεις Νέας Δημοκρατίας ή ΠΑΣΟΚ είτε κυβέρνηση με κορμό το ΠΑΣΟΚ και κόμματα της Κεντροαριστεράς είτε κυβέρνηση με κορμό τη Νέα Δημοκρατία και μικρότερα κόμματα της Δεξιάς.

Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης, από τη δική του πλευρά, έχει αποκλείσει επανειλημμένα κάθε συνεργασία με κόμματα της Ακροδεξιάς. «Δεν υπάρχει κανένα ενδεχόμενο συνεργασίας με τα κόμματα αυτά», έχει δηλώσει κατηγορηματικά.

Τι γίνεται λοιπόν αν παραιτηθεί σήμερα η κυβέρνηση Μητσοτάκη και προκηρυχθούν τώρα εκλογές;

Σύμφωνα με όλα τα σημερινά δεδομένα, πολύ δύσκολα θα προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας, που θα είναι με βεβαιότητα το πρώτο κόμμα. Αποκλείεται επίσης να προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, που θα είναι το δεύτερο κόμμα. Κυβέρνηση με κορμό το ΠΑΣΟΚ και κόμματα της Κεντροαριστεράς επίσης αποκλείεται να προκύψει καθώς δεν βγαίνουν οι αριθμοί: ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Πλεύση Ελευθερίας και αν εισέλθει στη Βουλή και κάποιο άλλο μικρότερο κόμμα της Αριστεράς αποκλείεται να συγκεντρώσουν όλα μαζί 151 έδρες. Τούτο θα είναι πιθανώς εφικτό μόνο αν συνεργαστούν με τα κόμματα της Ακροδεξιάς, τον Κυριάκο Βελόπουλο ή την Αφροδίτη Λατινοπούλου, ακριβώς όπως είχε κάνει στο πολύ πρόσφατο παρελθόν ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα συγκυβερνώντας επί μία πενταετία με τους ακροδεξιούς Ανεξάρτητους Ελληνες του Πάνου Καμμένου. Και μπορεί όλα τα σημερινά κόμματα της Κεντροαριστεράς να είναι αποκόμματα από τις πολυδιασπάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δύσκολα θα επαναλάβουν το παράδοξο εγχείρημα του πρώην ενιαίου κόμματός τους. Ασφαλώς δε ούτε ο Ν. Ανδρουλάκης θα έμπαινε ποτέ σε επιλογές όπως αυτές του ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Τέλος, ρητά έχει αποκλειστεί από τον ίδιο τον πρωθυπουργό το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης με κορμό τη Νέα Δημοκρατία και τσόντες από την Ακροδεξιά.

Οι αριθμοί

Επειδή λοιπόν τα πραγματικά γεγονότα καθορίζουν τις εξελίξεις και όχι οι φαντασιώσεις του καθενός, σκόπιμο είναι να δούμε τους συγκεκριμένους αριθμούς της σημερινής πολιτικής συγκυρίας μετά τις μεγάλες συγκεντρώσεις για τα Τέμπη, όπως προκύπτουν από την τελευταία δημοσκόπηση της εταιρείας GPO που διενεργήθηκε για λογαριασμό του STAR:

Μέσα σε έναν μήνα από την προηγούμενη μέτρηση της ίδιας εταιρείας η Νέα Δημοκρατία χάνει στην πρόθεση ψήφου 3,5%, το ΠΑΣΟΚ χάνει 2%, η Πλεύση Ελευθερίας κερδίζει 3% και η Ελληνική Λύση επίσης κερδίζει 1,5%. Στους κερδισμένους συγκαταλέγεται και η ακροδεξιά Φωνή Λογικής, που συγκεντρώνει στην πρόθεση ψήφου 4,2% και μπαίνει στη Βουλή. Το ΚΚΕ παραμένει σταθερό στο 7,9%, ο ΣΥΡΙΖΑ κατρακυλάει στο 6%, το κόμμα Κασσελάκη στο 2,1%, η Νέα Αριστερά στο 1,7% και το ΜέΡΑ25 στο 1,8%. Καταλληλότερος πρωθυπουργός είναι ο «κανένας» με 36,7% και έπονται ο Μητσοτάκης με 24,9%, ο Ανδρουλάκης 16 μονάδες πίσω, με 8,8%, ο Βελόπουλος με 5,7%, η Κωνσταντοπούλου με 5,3%, ο Φάμελλος με 3,7% και ο Χαρίτσης με 1,7%.

Ας επανέλθουμε λοιπόν στην αρχική υπόθεση, ότι παραιτείται η κυβέρνηση και διενεργούνται τώρα εκλογές. Τι θα ακολουθήσει; Αυτό που δείχνουν οι αριθμοί είναι ότι θα προκύψει το απόλυτο χάος, καθώς κανείς δεν θα έχει πλειοψηφία στη Βουλή και άρα δεν θα μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση. Και τούτο μάλιστα σε διεθνείς συνθήκες εξαιρετικά προβληματικές σήμερα:

Ο Τραμπ και ο Πούτιν ξαναμοιράζουν μαζί τον κόσμο. Η Ευρώπη συνθλίβεται ανάμεσα σε Αμερική και Ρωσία, καθώς καταρρέει με πάταγο το σύστημα των ισορροπιών που είχε δημιουργηθεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Πούτιν διεκδικεί ξανά ως ζώνες πολιτικοοικονομικής και γεωστρατηγικής επιρροής τις χώρες του πρώην σοβιετικού συνασπισμού, την Ουκρανία, τα Βαλτικά κράτη, την Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Μολδαβία, τη Γεωργία. Ο Τραμπ έχει ως κεντρικό στόχο να διαλύσει την Ευρωπαϊκή Ενωση και διεκδικεί ως ζώνες δικής του πολιτικοοικονομικής επιρροής επί μέρους δυτικοευρωπαϊκά κράτη στήνοντας παντού ακροδεξιά προγεφυρώματα, τα οποία, κατ’ ακολουθίαν της αμερικανορωσικής πλέον συμπόρευσης, είναι ταυτόχρονα και φιλοτραμπικά και φιλοπουτινικά. Διεθνές Δίκαιο και Διεθνείς Συνθήκες καταπατούνται απροσχημάτιστα και πλέον αναδύεται ένας νέος κόσμος στον οποίο ισχύει μόνο ο νόμος του ισχυρού. Ενας από τους πιο κερδισμένους αυτής της νέας πραγματικότητας και της παγκόσμιας ανακατανομής ισχύος είναι πολύ πιθανό η Τουρκία. Ο αναθεωρητισμός του Ερντογάν συμπίπτει με αυτόν του Τραμπ και του Πούτιν. Αλλά και η Ευρώπη προστρέχει αυτή την ώρα στην αυλή του Τούρκου προέδρου, καθώς η χώρα του διαθέτει τον δεύτερο ισχυρότερο στρατό του ΝΑΤΟ και μια εξαιρετικά αναπτυγμένη πολεμική βιομηχανία, την οποία χρειάζονται σήμερα οι Ευρωπαίοι για την άμυνα των χωρών τους έναντι της ρωσικής επιθετικότητας. Αυτονόητο είναι τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά για την Ελλάδα, χώρα ενός από τους στόχους του αναθεωρητισμού του Ερντογάν.

Καθοριστικό για την πορεία της Ελλάδας είναι σήμερα το ερώτημα αν θα συνταχθεί με την Ευρώπη του γαλλογερμανικού άξονα ή με την Αμερική και τη Ρωσία του άξονα Τραμπ – Πούτιν. Λεπτές ισορροπίες ανάμεσα στις δύο αυτές εκδοχές δεν μπορεί να κρατηθούν, καθώς όποιος είναι αντίθετος σε οποιαδήποτε από τις παρανοϊκές εμπνεύσεις του Τραμπ είναι αυτόματα εχθρός του και εχθρός της Αμερικής. Και πληρώνει βαρύ κόστος γι’ αυτό.

Είναι αυτό το μεγαλύτερο δίλημμα που έχει αντιμετωπίσει η ελληνική εξωτερική πολιτική σε όλα τα μεταπολεμικά χρόνια. Θα ανέμενε λοιπόν κανείς ότι αυτό θα ήταν σήμερα το κύριο πρόταγμα και το κεντρικό θέμα συζητήσεων του πολιτικού συστήματος της χώρας. Αλλά δεν είναι. Είναι η πρόταση δυσπιστίας για τα Τέμπη. Φέρουν αναμφίβολα ευθύνη γι’ αυτό τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που επιχειρούν να αποκομίσουν πολιτικό κεφάλαιο από τον τραγικό θάνατο των 57 νέων ανθρώπων. Αλλά πολύ μεγαλύτερη ευθύνη φέρει η κυβέρνηση, που δύο ολόκληρα χρόνια μετά το δυστύχημα δεν έχει φροντίσει να επιταχυνθούν όλες οι απαιτούμενες διαδικασίες και δεν έχει ακόμη οδηγήσει, ως όφειλε, την τραγωδία στην κάθαρση.

Αυτό πιστεύει η συντριπτική πλειοψηφία του εκατομμυρίου των Ελλήνων που συγκεντρώθηκε και εξακολουθεί να συγκεντρώνεται στις πλατείες. Σύμφωνα δε με τη δημοσκόπηση της GPO, το 85% των ερωτώμενων πιστεύει ότι ευθύνεται η κυβέρνηση για την τραγωδία, το 86% ότι υπάρχουν ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων, το 72% ότι η κυβέρνηση συγκαλύπτει ευθύνες. Τέλος, και εξίσου σημαντικό είναι ότι το 82,4% πιστεύει ότι η αντιπολίτευση επιχειρεί πολιτική εκμετάλλευση της τραγωδίας.

Επιτάχυνση

Η πρωτοβουλία για την ανάταξη αυτών των δεδομένων ανήκει αποκλειστικά στην υπεύθυνη κυβέρνηση και όχι στην ανεύθυνη αντιπολίτευση. Πρέπει το ταχύτερο να απαγγελθούν οι κατηγορίες στους πράγματι υπεύθυνους και όχι μόνο σε δευτερεύοντες υπαλλήλους. Στα πολιτικά πρόσωπα δηλαδή που φέρουν την κύρια ποινική ευθύνη για την τραγωδία των Τεμπών, με εγκλήματα τελέσεως ή παραλείψεως. Πρέπει να γίνουν το ταχύτερο δυνατό οι σχετικές δίκες. Διότι αν καθυστερήσει κι άλλο η κάθαρση, η κατάσταση θα ξεφύγει, θα γίνει χαοτική και μη αναστρέψιμη. Ηδη βλέπουμε στις τελευταίες διαδηλώσεις τις πρώτες ενδείξεις ότι χάνεται ο έλεγχος. Και τούτο την ώρα που ο γεωστρατηγικός ορίζοντας είναι σκοτεινότερος από κάθε άλλη φορά για την Ελλάδα.

Πηγή protothema

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ