ΑΠΟΨΕΙΣ - 02/03/2025 - 7:24 πμ
Πώς αλλάζουν οι ισορροπίες στα κόμματα μετά τις συγκεντρώσεις για τα Τέμπη

Νίκος Φελέκης
Την παραμονή των συγκεντρώσεων για τα Τέμπη είπα στον επικεφαλής μεγάλης δημοσκοπικής εταιρείας και έναν εκ των πλέον σοβαρών αναλυτών στα θέματα πολιτικής συμπεριφοράς των πολιτών ότι σκέφτομαι να γράψω ένα άρθρο για τις επιπτώσεις των Τεμπών στα κόμματα και τον ρώτησα ποιες κατά τη γνώμη του είναι αυτές
Σε όλα τα κόμματα και τις ηγεσίες τους υπάρχουν παρενέργειες αφού όλοι τους αιφνιδιάστηκαν από το «Κίνημα της 26ης Ιανουαρίου» και τις εξελίξεις που αυτό πυροδότησε στον πολιτικό και δημόσιο βίο. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης για δύο χρόνια μόνον ρητορικά ασχολούνταν με τα Τέμπη. Ήταν άλλες οι αντιπολιτευτικές τους προτεραιότητες. Η ακρίβεια, οι λογαριασμοί του ηλεκτρικού, η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, το Ουκρανικό, η Γάζα, η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και η ανημπόρια των Βρυξελλών ήταν τα θέματα στα οποία είχε επικεντρωθεί η κριτική τους. Και ήταν λογικό αφού τα Τέμπη είχαν εγγραφεί στο συλλογικό υποσυνείδητο ως εθνικό πένθος και όλοι ανέμεναν τη δικαστική διερεύνηση για να φωτιστούν τα γεγονότα και να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι.
Και επειδή οι χρόνιες παθογένειες, που περιλαμβάνονται στη λίστα των αιτιών για την τραγωδία, δεν περιορίζονται στη ΝΔ, αλλά εκτείνονται και στις κυβερνητικές θητείες του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ τα τρία κυβερνητικά κόμματα έδιναν την εντύπωση ότι προτιμούν την πολιτικο-επικοινωνιακή διαχείριση από την ουσιαστική διερεύνηση. Τα λάθη της κυβερνήσεως στη διαχείριση της υπόθεσης, τα ανέδειξαν οι τεχνικοί σύμβουλοι, οι εμπειρογνώμονες και νομικοί των οικογενειών των θυμάτων και όχι οι βουλευτές και τα στελέχη των κομμάτων. Αυτοί, με τις δικές τους έρευνες, εισέφεραν τα στοιχεία για να ενισχυθεί η κατηγορία της συγκάλυψης.
Το αίτημα να φτάσει το μαχαίρι στο κόκκαλο και να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι όσο ψηλά κι αν βρίσκονται και ανεξάρτητα από κομματική ένταξη είναι πρωτίστως κοινωνικό. Γι’ αυτό και οι προχθεσινές σε όγκο συγκεντρώσεις, της 28ης Φεβρουαρίου, ήταν κάτι το ασύλληπτο για τα ελληνικά δεδομένα. Ξεπέρασαν κόμματα και κυβερνήσεις επειδή για πρώτη φορά κυριάρχησε, σε τέτοια έκταση, η ανάγκη για αλληλεγγύη. Και η επιθυμία για ασφάλεια, επειδή στη θέση των 57 νεκρών στα Τέμπη θα μπορούσε να είναι το παιδί, ο/η φίλος/η, ο συγγενής, ο γείτονας του καθενός. Ο πόνος των οικογενειών των θυμάτων έγινε πόνος όλων των Ελλήνων. Ανεξάρτητα από κόμματα και ιδεολογίες. Ή ακόμη χειρότερα για τα κόμματα: Εναντίον τους. Και κυρίως γι’ αυτά που κυβέρνησαν και διαχειρίστηκαν τις δημόσιες και κρατικές υποθέσεις.
Το γεγονός ότι σε ολόκληρη την επικράτεια, αλλά και στον απανταχού ελληνισμό, βρέθηκαν δίπλα δίπλα αριστεροί, δεξιοί και κεντρώοι παραπέμπει στις πρώτες επετειακές εκδηλώσεις για το Πολυτεχνείο. Στις απαρχές της Μεταπολίτευσης. «Ενδεχομένως, η διαπιστωμένη, σήμερα, απόσταση των κομμάτων από την κοινωνία δημιουργεί συνθήκες για μια Νέα Μεταπολίτευση» μάς λέει γνωστός πανεπιστημιακός που μελετά επισταμένως τις κοινωνικές μετατοπίσεις και την πολιτική κινητικότητα. Για πρώτη φορά, στη Μεταπολίτευση, ένα συλλογικό εθνικό τραύμα δημιουργεί την αίσθηση της κυοφορίας νέων πολιτικών πραγματικοτήτων. Αίσθηση η οποία ενισχύεται και από το γεγονός ότι η αντιπολίτευση προτιμά τον αντικυβερνητικό αγώνα προκειμένου να αλλάξει βάρδια το γκουβέρνο, ενώ η κυβέρνηση στην προσπάθειά της να διατηρήσει την εξουσία πολώνει την αντιπαράθεση, που όμως γυρνά σε βάρος της όταν γίνεται με τον ιταμό τρόπο του Βορίδη και του Γεωργιάδη.
Το αυθόρμητο «Κίνημα της 26ης Ιανουαρίου», που οδήγησε στα πρωτοφανή σε όγκο συλλαλητήρια της 28ης Ιανουαρίου, το πιθανότερο πάντως είναι τις επόμενες ημέρες να μείνει από οξυγόνο αφού από τις πλατείες και τους δρόμους, όπου πρωταγωνιστές είναι οι απλοί πολίτες, θα μεταφερθεί στις κοινοβουλευτικές αίθουσες και τα κομματικά γραφεία, όπου το λόγο έχουν οι αρχηγοί, οι εκπρόσωποι, οι ειδικοί αγορητές και οι «γραμμιτζήδες». Στη Βουλή, τις Κεντρικές Επιτροπές και τα Πολιτικά Γραφεία η αλήθεια φιλτράρεται από τις κομματικές ιδιοτέλειες και στοχεύσεις. Βέβαια, είναι δύσκολο και για την κυβέρνηση και για τα κόμματα να προσπαθήσουν να παρακάμψουν το προχθεσινό ποτάμι της οργής. Θα πρέπει ειδικά τα κόμματα της αντιπολίτευσης να κάνουν αλλαγές και προσαρμογές, που να δημιουργούν αν όχι τη βεβαιότητα την εντύπωση ότι συμβαδίζουν με την κοινωνία και είναι σε θέση να γονιμοποιήσουν πολιτικά τον θυμό και τον προβληματισμό των πολιτών.
Οι δρόμοι και οι πλατείες όπως γεμίζουν έτσι και αδειάζουν. Αν επιχειρήσουν να κορφολογήσουν την κοινωνική δυναμική για να αυξήσουν την κομματική τους επιρροή και όχι για να αλλάξουν και τα ίδια σε οργανωτικές δομές, προσωπικές συμπεριφορές, προγραμματικές προτεραιότητες, και ιδεολογικές προσεγγίσεις τότε γρήγορα θα διαπιστώσουν πως η δημοσκοπική τους καχεξία θα αποχτήσει μόνιμα χαρακτηριστικά και στην επιφάνεια θα έλθουν άλλοι. Προσώρας, μπορεί να μην διεκδικεί κάποιος/α από τους λεγόμενους «αντισυστημικούς» παίκτες να καθήσει στην καρέκλα του πρωθυπουργού όμως τη θέση του Ανδρουλάκη και του Φάμελου την ορέγονται πολλοί. Και πρώτη απ’ όλους η Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία βλέπει τα ποσοστά της να διπλασιάζονται, να ξεπερνά τον ΣΥΡΙΖΑ και να συναγωνίζεται τον Κουτσούμπα και τον Βελόπουλο για την τρίτη θέση.
Η επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας φαίνεται να εισπράττει δημοσκοπικά, περισσότερο από οιονδήποτε, την ταύτισή της, νομικά και πολιτικά, με τους συγγενείς των θυμάτων και ιδιαίτερα την Μαρία Καρυστιανού. Σύμφωνα με την εικόνα των δημοσκοπήσεων, αλλά και της κοινοβουλευτικής του παρουσίας οι αρχηγοί των υπολοίπων κομμάτων της αντιπολιτεύσεως φαίνεται να κυνηγούν την Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία εκτός από το σχεδόν διψήφιο, με αναγωγή, ποσοστό του κόμματός της φαίνεται ότι καπαρώνει, σύμφωνα με την πρόσφατη δημοσκόπηση της Metron Analysis, και την πρώτη θέση της δημοφιλίας των πολιτικών αρχηγών. Προηγείται με 44% έναντι 37% του Κουτσούμπα και 33% του Μητσοτάκη, με τον Φάμελο να βρίσκεται στην τέταρτη θέση (33%) και τον Ανδρουλάκη στην πέμπτη (30%).
Το κυρίαρχο πρόβλημα των κομμάτων της λεγόμενης συστημικής αντιπολίτευσης, δηλαδή των κομμάτων (ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ) που κυβέρνησαν, σύμφωνα με τους αναλυτές, είναι το γεγονός ότι δεν μπορούν να γίνουν υποδοχείς της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Ο κόσμος δυσπιστεί έναντι της κυβερνήσεως και οργίζεται για τη διαχείριση των Τεμπών, αλλά είναι εξίσου δύσπιστος και με τη λεγόμενη συστημική αντιπολίτευση επειδή οι παθογένειες είναι χρόνιες και διακομματικές. Μπορεί να μην καταλογίζουν τις ίδιες ευθύνες στο ΠΑΣΟΚ και στον ΣΥΡΙΖΑ, επειδή το κακό έγινε στην κυβερνητική βάρδια της ΝΔ, όμως δεν ενθουσιάζονται και με τη γενική πολιτική συμπεριφορά των δύο αυτών κομμάτων. Εξάλλου, στους περίεργους και καχύποπτους καιρούς που ζούμε, η γενικευμένη πολιτική δυσπιστία και απαξίωση είναι λογικό, λόγω του πρόσφατου κυβερνητικού παρελθόντος τους, να συμπαρασύρει και τις ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Ανδρουλάκης και Φάμελος εκτός από τις κυβερνητικές (και μην ξεχνάμε, μνημονιακές) «αμαρτίες» των κομμάτων τους πληρώνουν βαρύ πολιτικό και εκλογικό φόρο επειδή ακολουθούν την πεπατημένη των προκατόχων τους. Δεν έχουν καταφέρει να μετεξελίξουν τα κόμματά τους, τα οποία δείχνουν να κινούνται σε αντίθετη γραμμή από τον αναπτυσσόμενο κοινωνικό προβληματισμό. Η εντύπωση που δίνουν είναι ότι το μόνο που επιδιώκουν είναι να βρουν τρόπο, με προσχωρήσεις ή συγκολλήσεις, να αυξήσουν τη δύναμή τους έναντι του άλλου. Ποιος θα είναι αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ο στόχος τους και όχι ποιος θα γίνει πρωθυπουργός. Μοιάζουν σαν να έχουν αποδεχτεί ότι αυτός θα είναι ο Μητσοτάκης.
Με αυτά τα μυαλά όμως η σύγκρουση είναι προδιαγεγραμμένη και αναπόφευκτη. Όσο η δομή, τα πρόσωπα, οι προτεραιότητες και οι πολιτικές παραπέμπουν στον περασμένο αιώνα η αντιπολίτευση δεν μπορεί να σηκώσει κεφάλι και γίνεται ουραγός των κοινωνικών εξελίξεων. Οι πλατφόρμες επικοινωνίας και τα κοινωνικά δίκτυα έχουν αντικαταστήσει τις λενινιστικού τύπου δομές των κομμάτων. Ο κινηματικός αυθορμητισμός δεν μπορεί να εκφραστεί στα πλαίσια της κομματικής γραφειοκρατίας και της οργανωμένης πάλης. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και το «σιδερόφρακτο» ΚΚΕ ηττάται δημοσκοπικά από την ανυπάρκτου οργανωτικής δομής Πλεύση Ελευθερίας. Ζούμε στην εποχή των προσώπων και αυτό είναι ένα ακόμη στοιχείο που τα Τέμπη αποδεικνύονται «καταστροφικά» για τα συστημικά κόμματα. Πλεύση Ελευθερίας, Ελληνική Λύση και Φωνή Λογικής κερδίζουν, περισσότερο ή λιγότερο, επειδή ουσιαστικά δεν υφίστανται ως κόμματα, αλλά επειδή οι επικεφαλής τους (Ζωή, Βελόπουλος και Λατινοπούλου) εμφανίζονται ως αρνητές των κακώς κειμένων και τιμωροί. Ο λόγος των συστημικών κομμάτων είναι συμβιβαστικός και κυβερνητικός, ενώ των λεγόμενων «αντισυστημικών» είναι αντικυβερνητικός, τιμωρητικός και μανιχαϊστικός. Και στους καιρούς της οργής είναι αυτός που έχει πέραση αφού σε σημαντικό βαθμό η τιμωρία των κυβερνητικών και συστημικών για τα Τέμπη εκλαμβάνεται και ως τιμωρία για τα γενικότερα προβλήματα της καθημερινότητας.
Οι ογκώδεις διαδηλώσεις, με αιχμή τον αυθορμητισμό των συμμετεχόντων, είναι και η ρωγμή στο «σύστημα» του κομματικού καθεστωτισμού και της πολιτικής συνδιαλλαγής. Είναι η κραυγή «φτάνει πια», «αλλάξτε ρότα», των κομματικά ανέστιων, των ανθρώπων με αναπτυγμένα τα αισθήματα της αλληλεγγύης και της ενσυναίσθησης, τα οποία η αλήθεια είναι πως δεν είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένα στις κομματικές γραφειοκρατίες. Τα Τέμπη λοιπόν, εκτός των προαναφερομένων, βάζουν και μια επιπλέον δύσκολη εξίσωση στα κομματικά επιτελεία: Πρέπει να εμβαπτιστούν τα ίδια στον αυθορμητισμό των μαζών αντί να προσπαθούν να τον οικειοποιηθούν και να τον μετατρέψουν σε ψηφαλάκια και κομματικούς στρατούς. Μόνον έτσι μπορούν να ασκήσουν και παραγωγική και τελεσφόρα αντιπολίτευση. Μόνον αν το «πάρουν αλλοιώς» μπορούν να ελπίζουν σε αναδιοργάνωση και ενίσχυση των ιδίων και σε πολιτική αλλαγή. Διαφορετικά, με το κοινωνικό και πολιτικό εκκρεμές να κινείναι προς το δεξιό άκρο τα συστημικά κόμματα κινδυνεύουν να δουν, εκτός από τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, να ενισχύονται και οι «τραμπιστές» αλλά και οι «τραμπούκοι» της Δημοκρατίας.
Τα δημοκρατικά και συστημικά κόμματα μπορούν να κερδίσουν το παιχνίδι μόνον εάν αφεθούν να τα ενσωματώσει και να τα αλλάξει το κοινωνικό κίνημα των Τεμπών. Αν προσπαθήσουν να το βάλουν στο λαιμό του μπουκαλιού της μπύρας προκειμένου να ρεγουλάρουν κατά το δοκούν την εκχύλισή του στα κόμματά τους το μόνο που θα κερδίσουν είναι η περαιτέρω, και όχι Μόλτον δημοσκοπική, περιθωριοποίησή τους. Το καλό είναι πως τα ανωτέρω αρχίζουν και συζητούνται, ως αναγκαιότητα, στις κλειστές συσκέψεις όμως δεν είναι σίγουρο πως οι έχοντες αυτό τον προβληματισμό θα καταστούν και πλειοψηφία στα κόμματά τους. Το πιθανότερο -διαγενομένου του χρόνου και κυρίως των αποτυπωμάτων που αφήνουν στα καθ’ ημάς οι διεθνείς, και πρωτίστως οι ευρωπαϊκές, εξελίξεις- είναι και τα Τέμπη να ενσωματωθούν στο αντιπολιτευτικό γίγνεσθαι με αμφίβολο όμως αποτέλεσμα αφού «για να έχει αξία μια πρόταση, θα πρέπει αυτοί που τη διατυπώνουν να έχουν φροντίσει προηγουμένως, ώστε οι πράξεις τους να ανταποκρίνονται στα λόγια τους. Από την αξίωση αυτή τα κόμματα της αντιπολιτεύσεως, συστημικά και αντισυστημικά, όπως και το κυβερνόν της ΝΔ, πόρρω απέχουν. Δυστυχώς. Για όλους. Και πρώτα απ’ όλους για τους συγγενείς των θυμάτων. Και φυσικά για τη μνήμη των 57 ψυχών που χάθηκαν στα Τέμπη…
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Προανακριτική: Γιατί διαμαρτύρονται τώρα;
20.03.2025 - 9:54 πμ
Τέλος στο βρώμικο πολιτικό παιχνίδι – Ασπίδα στη Δημοκρατία και στη Δικαιοσύνη
19.03.2025 - 7:38 μμ
Σε ποιους λογοδοτεί ο πρωθυπουργός; Στους ψηφοφόρους του ή στους αριστερούς;
19.03.2025 - 4:34 μμ