Τετάρτη 26.03.2025

Παρεμβάσεις ομιλητών στην ημερίδα: «Ανοίγουμε τον διάλογο για τη Δικαιοσύνη και τη θεσμική θωράκιση του κράτους δικαίου»

Δημήτρης Βερβεσός, Πρόεδρος Ολομέλειας Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας και Πρόεδρος ΔΣΑ

Να ευχαριστήσω καταρχήν τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής και τα αρμόδια όργανα που μου έκαναν την τιμητική πρόσκληση να συμμετέχω σε αυτόν τον διάλογο για τη Δικαιοσύνη και το Κράτος Δικαίου.

Η παρέμβασή μου έχει τον χαρακτήρα «Η εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη» γιατί είναι και πρόσφατο. Δεν είναι κάτι αξιωματικά απαιτούμενο αλλά αενάως και διαρκώς ζητούμενο.

Είναι καθήκον και δικό μου, νομίζω και των περισσοτέρων δικηγόρων απέναντι στις διαρκείς προκλήσεις που αντιμετωπίζει το Κράτος Δικαίου και κυρίως αυτές που προέρχονται εντός των τειχών.

Απέναντι στο πάνδημο αίτημα για Δικαιοσύνη που λειτουργεί ως συγκολλητική ουσία της ελληνικής κοινωνίας -και ειδικά με την υπόθεση των Τεμπών έχει λάβει την έκταση αυτή που έχει λάβει-, περιμένουμε η ηγεσία της δικαιοσύνης να ενεργεί πάνω από όλα θεσμικά. Να συναισθάνεται την κρισιμότητα του διακυβεύματος και να δικαιώνει τη συνταγματική επιταγή ότι η ελληνική Δικαιοσύνη απονέμεται εν ονόματι του ελληνικού λαού και μόνον και κανενός άλλου. Για να μην λέμε ότι ο ελληνικός λαός δεν έχει λόγο να μιλάει για αυτήν.

Και ενώ όλοι αναμένουμε να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και να περιφρουρεί τον θεσμικό της ρόλο και το κύρος της, αντ’ αυτού το τελευταίο διάστημα τι έχουμε ζήσει και τι έχουμε δει; Συνεχή δελτία τύπου και μακροσκελείς ανακοινώσεις και τελευταίως να συνδιαλλάσσεται με πολιτικά πρόσωπα και χαροκαμένες μάνες.

Η ελληνική κοινωνία νομίζω ότι κατακρίνει τέτοιες πρακτικές, ψέγει τη Δικαιοσύνη για την αναποτελεσματικότητα της και όταν καθυστερεί αλλά και όταν δεν κατορθώνει μέσα από τους θεσμικούς μηχανισμούς να απονέμει δίκαιο κατά νόμον, επιφέροντας κάθαρση που είναι συλλογική ανάγκη για μια οποιαδήποτε καθημαγμένη κοινωνία, ειδικά σε μεγάλες υποθέσεις, όπως Μάτι, Τέμπη, Μάνδρα.

Οι διαπιστώσεις αυτές δεν είναι προσωπικές. Τελευταία, σύμφωνα με τις μετρήσεις που έχουμε δει, οι Έλληνες πολίτες θεωρούν τη Δικαιοσύνη αργή κατά 91% από 85% που ήταν πριν δύο χρόνια, με ελλιπή οργάνωση κατά 76% έναντι 66% που ήταν πριν δύο χρόνια αντίστοιχα, και σε ποσοστό άνω του 60% θεωρούν ότι δεν είναι επαρκώς ανεξάρτητη, ότι είναι πολιτικά – οικονομικά ελεγχόμενη, δαιδαλώδης και κοινωνικά άδικη. Αυτό όμως το λένε οι πολίτες. Είναι ένας λαϊκισμός των πολιτών τον οποίο δεν πρέπει να ενσκήψουμε;

Η έλλειψη εμπιστοσύνης κλονίζει μια δημοκρατία, που είναι το τελευταίο καταφύγιο του πολίτη και ειδικά του πιο αδύναμου. «Όταν δεν υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο», κατά την ιστορική έκφραση, τότε ο περιώνυμος μυλωνάς του Πότσνταμ νιώθει απελπιστικά μόνος του. Τι συμβαίνει με αυτό;

Οι εκπρόσωποι της εκτελεστικής αλλά τελευταία και της δικαστικής εξουσίας κουνά το δάχτυλο και μας λένε όποιοι ασκούμε κριτική στη Δικαιοσύνη, «μην την ακουμπάτε, υπονομεύετε το κράτος, υπονομεύετε τη δημοκρατία, υπονομεύετε τους θεσμούς». Και αντί να κοιτάξουν τι δεν κάνουν καλά οι ίδιοι στα εντός του οίκου τους και γιατί έχει φτάσει η κατάσταση εδώ, απαιτούν από εμάς τον σεβασμό, τον οποίο πρέπει να τον έχουμε, αλλά απαιτούν και να έχουμε εμπιστοσύνη εκ των προτέρων,

sine qua non.

Τι έχουν κάνει όμως για αυτό τα τελευταία χρόνια και τι έχουμε δει; Ειδικά από την ηγεσία της δικαιοσύνης; Γιατί εγώ έχω εμπιστοσύνη στην πλειοψηφία των Ελλήνων δικαστών. Αλλά δεν έχω εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη, κ. Πρόεδρε, μαζί σας είμαι σε αυτό. Και θα σας το εξηγήσω.

Να θυμηθώ συγκεκριμένα 4-5 πραγματικά περιστατικά που έχουμε ζήσει:

  • Δημοσιοποίηση από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου προσωπικής επικοινωνίας με τη μητέρα του Β. Καλογήρου σε χρόνο κατά τον οποίο εξελίσσεται μυστική προανάκριση.
  • Ατελέσφορη απόπειρα πάλι της ιδίας Προέδρου προς την τότε Εισαγγελέα Εφετών, και μητέρα του Β. Καλογήρου να ελέγχει και να συνεργάζεται με το έργο του ειδικού εφέτη ανακριτή στη Λάρισα κατά παράβαση του άρθρου 28 παράγραφος 1 και 32 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
  • Στην ίδια υπόθεση, η ανακρίτρια είναι πειθαρχικά ελεγχόμενη γιατί έβαλε υψηλές εγγυήσεις και περιοριστικούς όρους για την 717.
  • Επίσης, ενώ η Ευρωπαία Εισαγγελέας κρίνει ότι υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις και πρέπει να πάνε κάποιοι κατηγορούμενοι μεταξύ των οποίων και δύο υπουργοί, η ελληνική Δικαιοσύνη στην παραπεμπτική πρόταση της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας έχει θέσει την υπόθεση με Εισαγγελέα στο αρχείο, πριν επιληφθεί η Ευρωπαία Εισαγγελέας.
  • Στην ίδια υπόθεση, ενώ εξελίσσεται το περιβόητο μπάζωμα -σήμερα διαβάσαμε και ότι δεν είχε δώσει εντολή και η Εισαγγελία- είναι εκεί κάποια όργανα της πολιτείας που κάνουν έρευνες, μεταφέρουν χώματα, και δεν ασχολείται κανείς να πάει να δώσει μία εντολή ούτε ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών και δεν υπάρχει καν μια αυτεπάγγελτη έρευνα γιατί μπήκαν αυτοί εκεί. Αλλά έπρεπε να γίνουν οι μηνύσεις των συγγενών για να ασκηθούν οι διώξεις και να φτάσουμε στην προανακριτική.

Για να πάω και σε μια άλλη υπόθεση, να πάω στις υποκλοπές. Μην ξεχνιόμαστε. Δυο δικογραφίες αφαιρούνται από δύο Εισαγγελείς που κάνουν την έρευνα, τις παίρνει ένας ανώτατος Εισαγγελέας, βγάζει μία απόφαση, ξαναγίνεται νέα μήνυση και χρεώνεται ξανά στον ίδιο Εισαγγελέα. Γίνεται αίτηση εξαιρέσεως από τον κ. Κουκάκη και τον κ. Ανδρουλάκη, ποιος τη δικάζει; Αντί να πάει σε Συμβούλιο με το 29, ένας Εισαγγελέας Πρωτοδικών την πάει στο αρχείο.

Στην ίδια υπόθεση, ΕΣΔΑ, μία εγκιβωτισμένη Εισαγγελέας κρίνει νόμιμες χιλιάδες παρακολουθήσεις εν είδει σφραγιδογράφου στα γραφεία της ΕΥΠ, η περιβόητη Εισαγγελέας. Κι έχει πει ότι είναι νόμιμες οι παρακολουθήσεις, άρα νομίμως παρακολουθείται ο αρχηγός της τότε ελάσσονος αντιπολιτεύσεως με σφραγίδα Εισαγγελέως. Και αυτό επικαλείται η κυβέρνηση. Πειθαρχική ασυλία, δεν ελέγχθηκε ποτέ αν έκανε καλά τη δουλειά της. Άρα ο αρχηγός της ελάσσονος αντιπολιτεύσεως είναι ένας άνθρωπος που νομίμως παρακολουθείτο.

Στην υπόθεση των συμβασιούχων, είχαμε παρεμβάσεις της προηγούμενης ηγεσίας του Αρείου Πάγου: «μην εκδίδετε προσωρινές διαταγές διότι βαρύνουν τον προϋπολογισμό και θα πέσει έξω το κράτος». Στο κίνημα της πετσέτας, μόλις εκδόθηκαν οι πρώτες -εσφαλμένες κατ’ εμέ- αποφάσεις για να χορηγούνται προσωρινές διαταγές για όσους είχαν βάλει κατασκευές στις παραλίες, εντολή της Προέδρου του Αρείου Πάγου να μην δίνονται προσωρινές διαταγές σε αυτές τις περιπτώσεις. Μπορεί να είχε δίκιο, αλλά με ποια εξουσία;

Ακόμη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ένας θεσμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βγάζει μια απόφαση για την Ελλάδα και αμέσως συγκαλείται εκτάκτως η Διοικητική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, σε χρόνο ρεκόρ εκδίδει απόφαση και προτού δημοσιεύσει το σκεπτικό της έχει δημοσιεύσει το δελτίο τύπου. Πρωτοφανές κι αυτό.

Στην περίπτωση ανθρωποκτονίας 11χρονου κοριτσιού από 37χρονο, διατάσσεται ο πειθαρχικό έλεγχος των δικαστών που πριν από κάποια χρόνια τον είχαν δικάσει και τον είχαν αφήσει να βγει έξω. Δεν είχε ασκηθεί έφεση από τον Εισαγγελέα κατά της αποφάσεως εκείνης και είχαν προαχθεί στον παραπάνω βαθμό. Δηλαδή εκείνους που κρίθηκαν ικανοί να πάνε παραπάνω, τώρα να τους ελέγξουμε πειθαρχικά γιατί τον άφησαν έξω.

Στο φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας, η ίδια ανακρίτρια που την έχουμε πειθαρχικά ελεγχόμενη, γιατί τον άφησες να βγει έξω. Πειθαρχικός έλεγχος στην ίδια κατά σύμπτωση το ίδιο πρόσωπο. Γιατί αποφάσισε σωστά ή λάθος να αφήσει κάποιον να μην προφυλακιστεί. Την ίδια στιγμή, χιλιάδες περιπτώσεις πολιτών που έχουν προφυλακιστεί κι έχουν εκτίσει πολύμηνες ποινές φυλάκισης στη συνέχεια αθωώνονται.

Καθώς και περιπτώσεις προδήλως παρανόμων αποφάσεων που έχουν κριθεί από το ΕΣΔΑ παράνομες, δεν έχουν ελεγχθεί από τα αρμόδια δικαστικά όργανα. Αυτοί οι δικαστές που τις έβγαλαν αστικά είναι υπεύθυνοι, πειθαρχικά είναι υπόλογοι αφού έχουμε καταδικαστεί ως χώρα για αυτές τις αποφάσεις; Κανένας πειθαρχικός έλεγχος. Καμία αστική ποινή. Θα πληρώσει ο Έλληνας φορολογούμενος τα σφάλματα του κάθε δικαστή που έχει κλείσει κάποιον φυλακή ή κάποιον που αδίκως τον οδήγησαν γιατί είχε πχ. το ίδιο όνομα κάποιος αλλοδαπός.

Η υποκατάσταση λοιπόν των θεσμικών διαδικασιών -που δεν τις έχω βγάλει από το κεφάλι μου- και να μας λένε ότι κακώς κάνουμε κριτική, αντί να δουν τι γίνεται με την Επιθεώρηση των Δικαστηρίων, λειτουργεί; Ελέγχονται οι δικαστές; Είναι σωστή η λειτουργία της ή πάσχει τα μάλλα ακόμα και μετά τη νομοθετική τροποποίηση Τσιάρα; Κάναν και κάτι καλό -να λέω και τα θετικά- με τις απολύσεις 40 δικαστών γιατί αργούσαν 2 και 3 χρόνια τις αποφάσεις, 10 χρόνια μερικοί.

Αντί λοιπόν να μας λένε γιατί ασκούμε κριτική, να ακούν την κριτική και να διορθώνουν αυτά που νομίζουν ότι είναι σωστά. Όχι να μην ασκούμε κριτική γιατί όποιος ασκεί κριτική στη Δικαιοσύνη βάλει κατά της δημοκρατίας, της ελληνικής πολιτείας και του κράτους δικαίου. Κατά του κράτους δικαίου βάλουν αυτοί που έχουν ταχθεί να φυλάνε το κράτος δικαίου, που έχουν ταχθεί να φυλάνε Θερμοπύλες και τις έχουν αφήσει αφύλαχτες.

Οι δημόσιες παρεμβάσεις μας ενισχύονται από τον προβληματισμό των πολιτών, ο οποίος έχει κλονίσει την εμπιστοσύνη τους και τροφοδοτούν αυτές οι αντίστοιχες παρεμβάσεις επικίνδυνα αυτούς που επιθυμούν να πλήξουν το κράτος δικαίου. Αυτοί με τη στάση στους δίνουν λαβή σε όσους θέλουν να χτυπήσουν το κύρος και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Και όχι αυτοί που τους λέμε: «δεν τα κάνετε όλα καλά».

Θα μείνω στο θέμα της αφυπηρέτησης δικαστών -και χαίρομαι για την πρωτοβουλία κ. Πρόεδρε- και θα πω κάτι που έχει πει ένας σύγχρονος Έλληνας πολιτικός: «Η εικόνα οποιουδήποτε ανώτατου δικαστικού να διορίζεται την επόμενη ημέρα της αφυπηρέτησής του σε μια αμιγώς πολιτική θέση, δεν τιμά κατ’ αρχάς την ίδια τη Δικαιοσύνη και σίγουρα δεν προάγει τη διάκριση των εξουσιών με τρόπου που δεν επιδέχεται οποιασδήποτε αμφισβήτησης. Άρα, επί της αρχής, το αν υπάρχει μια περίοδος, ενδεχομένως συνταγματικά κατοχυρωμένη, στην οποία δεν θα επιτρέπεται σε κάποιον δικαστικό να αναλαμβάνει άλλη θέση, είναι κάτι που με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο». Το έχει πει αυτό στις 17/7/2018 ο νυν Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.

Τι έγινε αντ’ αυτού; Η πρώην Πρόεδρος του Αρείου Πάγου υπηρετεί σήμερα ως αντιπρόεδρος της ΕΑΒ, η πρώην Πρόεδρος του ΣτΕ υπηρετεί στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Αξιότατες και οι δύο δικαστές, αλλά… Περιμέναμε αφού τα έλεγαν, αν αλλάξουν τα κακώς κείμενα των προηγούμενων με την Β. Θάνου και άλλους.

Άρα νομίζω ότι στο λυκαυγές μιας Συνταγματικής Αναθεώρησης, πρέπει να δούμε το θέμα της αφυπηρέτησης, κ. Πρόεδρε, και χαίρομαι που το θέσατε.

Τώρα για το θέμα της καθυστέρησης, είναι ο μεγάλος ασθενής. Ο ελέφαντας είναι στο δωμάτιο. Πρώτος βαθμός: 746 ημέρες καθυστέρησης, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 239. Δεύτερος βαθμός στις αστικές υποθέσεις: 422 ημέρες καθυστέρησης, με ευρωπαϊκό μ.ό. 200. Ανώτατο Δικαστήριο: Δεν έχει δώσει στοιχεία στην Ε.Ε. ο Άρειος Πάγος, ο ευρωπαϊκός μ.ό. είναι 152. Στα ποινικά, αντίστοιχα, στον πρώτο βαθμό 223 ημέρες με μ.ό. στην Ευρώπη 133, στον δεύτερο βαθμό 294 ημέρες καθυστέρησης ενώ στην Ε.Ε. 110 κατά μέσο όρο και στον ανώτατο 304 ημέρες έναντι 101 του ευρωπαϊκού μ.ό. Στο ΣτΕ, καταγράφονται 1.239 ημέρες καθυστέρησης, το πιο αργό δικαστήριο. Μόνο στα διοικητικά παρουσιάζεται μία βελτίωση, σε όλα τα υπόλοιπα καθυστέρηση.

Την ίδια στιγμή, η Δικαιοσύνη δεν είναι μόνο τοξική, με την καθυστέρηση εννοώ, είναι και ταξική για να κάνω έναν νεολογισμό. Ο ρυθμός εκκαθάρισης, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Ε.Ε., για τις υποθέσεις που αφορούν πολίτες καθημερινά (ασφαλιστικά, αυτοκίνητα, εργατικά, μισθώσεις) είναι κάτω από το 1 (0,6-0,8), στις υποθέσεις ειδικού οικονομικού συμφέροντος πχ. τραπεζικές υποθέσεις, διαταγές πληρωμής, πτωχεύσεις, είναι 1,2-1,3. Δηλαδή η Δικαιοσύνη τρέχει γρήγορα σε αυτές αλλά τρέχει αργά στις άλλες.

Με τα δεδομένα αυτά, αν υποθέσουμε ότι στον Άρειο Πάγο υπήρχε υπόθεση διαφοράς από τιμολόγιο που έκανε 2.273 μέρες να δικαστεί και να βγει απόφαση στο Α1 τμήμα. Αν ήταν για τα funds, δικάστηκε σε ένα μήνα και βγήκε απόφαση σε 10 μέρες. Η περιβόητη απόφαση της Ολομέλειας. Σε ένα μήνα πρόλαβαν 57 δικαστές και διάβασαν χιλιάδες σελίδες δικογράφων!

Σε αντιδιαστολή, στην υπόθεση αναίρεσης δανειοληπτών ελβετικού φράγκου, με αίτημα τραπεζών αναβλήθηκε η συζήτηση, πήγε μετά από δύο χρόνια και όταν ήρθε, επί της παρούσας διοίκησης, και έγινε αίτημα επίσπευσης, αυτό απερρίφθη από τη νυν Πρόεδρο του Αρείου Πάγου. Από την άλλη το ΣτΕ, ενώ απορρίπτει την υπόθεσή μας για το εάν έχουν έννομο συμφέρον οι Δικηγορικοί Σύλλογοι να κρίνουν το θέμα των 3/5 των Ανεξάρτητων Αρχών -μείζον ζήτημα δημοκρατίας- και την έχουμε πάει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, λέει δεν έχουμε.

Την ίδια στιγμή, που έχουν ψηφίσει τον 3900 για να γλιτώσουν τις υποθέσεις, οι αποφάσεις που εκδίδονταν ήταν το 2012 10.250, πριν τον 3900 3.300 και μετά τον 3900 2.600 αποφάσεις. Δηλαδή παρότι μπαίνουν φίλτρα, η καθυστέρηση γίνεται χειρότερη.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο μας έχει καταδικάσει με 1.082 αποφάσεις ελληνικού ενδιαφέροντος, εκ των οποίων οι 969 καθιστούν παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων και εξ αυτών οι περισσότερες είναι η καθυστέρηση της Δικαιοσύνης. Είναι αυτός ένας θεσμός που λειτουργεί λαϊκίστικα και κάνει κριτική για αντιπολιτευτικούς λόγους;

Όταν μετά από 10 χρόνια που έχουν εντοπιστεί τα θέματα καθυστερήσεων, με τις αποφάσεις της Γλύκατζη του 2012, Μιχελιουδάκη του 2012, Αθανασίου του 2010, αστικά-πολιτικά-ποινικά, όπου έχει διαπιστώσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σοβαρό πρόβλημα συστημικού χαρακτήρα στην ελληνική Δικαιοσύνη συνεχίζουν να εκδίδονται μετά από 10 χρόνια οι Ζουμπουλίδης για κακή εκδίκαση αποφάσεως και ανάγκη αποζημίωσης του πολίτη για μια κακή απόφαση του ΣτΕ, υπόθεση Γεωργίου που δεν απεστάλη προδικαστικώς ως όφειλε στο ΔΕΕ. Το ίδιο έκανε ο Άρειος Πάγος και στο ελβετικό φράγκο, δεν απέστειλε προδικαστικό στο ΔΕΕ, διότι εάν είχε στείλει μπορεί να είχαμε μια απόφαση σαν κι αυτή που είχαμε για τις άλλες χώρες της Ε.Ε. που δικαίωσαν τους δανειολήπτες. Μπορεί ο πολίτης μετά από όλα αυτά να έχει εμπιστοσύνη;

Τέλος, πρόσφατα, η υπόθεση Τσιώλη, το δικαστήριο λέει ότι όχι μόνο έχετε φορμαλισμό, είναι unreasonable, είναι δηλαδή παράλογο να έχετε αυτόν τον φορμαλισμό. 10 χρόνια μετά παρά τις τρεις αποφάσεις, το ΕΔΑ λέει ότι συνεχίζετε να κάνετε παραβιάσεις της σύμβασης, όχι σε μια χώρα τριτοκοσμική αλλά σε μια χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 10 χρόνια κακοί μαθητές, 10 χρόνια ποινολόγιο, υποτροπή κι εμείς φταίμε μετά που κάνουμε κριτική στην ελληνική Δικαιοσύνη γιατί θέλουμε να ανατρέψουμε τους θεσμούς.

Δεν φταίμε εμείς, αυτοί φταίνε. Να κοιτάξουν να διορθώσουν αυτά που δεν κάνουν καλά για να μην τους κάνουμε κριτική.

Κυρίες και κύριοι,

Εμείς ως δικηγόροι θα συνεχίσουμε να λέμε την ελευθερία ελευθερία, τον φόνο φόνο, την ενοχή ενοχή, με το πείσμα ενός τρελού που γράφει το όνομά του στον τοίχο με τα νύχια. Δεν θα σταματήσουμε να λέμε ό,τι και να μας λέει μέσα από δελτία τύπου και ανακοινώσεις η ηγεσία του Αρείου Πάγου ή του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Είμαστε άνθρωποι που διακονούμε τη Θέμιδα, έχουμε εμπιστοσύνη στους χιλιάδες Έλληνες δικαστές που κάνουν το καθήκον τους, αλλά θέλουμε να πιστεύουμε ότι όταν βιώνουμε αυτού του τύπου τις παρεμβάσεις, που δυστυχώς συν τω χρόνω είναι κλιμακούμενα αυξανόμενες, θα είμαστε εδώ για να μπορούμε να στηρίζουμε το κράτος δικαίου, το δίκιο του πολίτη και κυρίως τη δημοκρατία.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ