Πέμπτη 28.03.2024

Ο Τομά Πικετί εξηγεί στο νέο του βιβλίο γιατί οι φτωχοί ψηφίζουν δεξιά κόμματα

«Γιατί η Aριστερά δεν ασκεί πλέον τόση γοητεία στα λαϊκά στρώματα;» είναι το θεμελιώδες ερώτημα που θέτει στο νέο του βιβλίο ο διάσημος, αριστερός, Γάλλος οικονομολόγος Τομά Πικετί, μετά την αίσθηση που είχε προκαλέσει προ οκταετίας με το βιβλίο «Το Κεφάλαιο τον 21ο αιώνα».

Γιατί τα αριστερά κόμματα, που ευαγγελίζονται την αναδιανομή του πλούτου, δεν επωφελούνται στις κάλπες από την αύξηση των ανισοτήτων σε δημοκρατικές χώρες τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες;

Αντίθετα, από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία μέχρι τη Γαλλία, την Ινδία και τη Βραζιλία, τα εθνικιστικά κόμματα, τα δεξιά και οι ακροδεξιοί λαϊκιστές ηγέτες είναι που δρέπουν τους καρπούς από τη μία εκλογική αναμέτρηση στην άλλη και ενίοτε ανέρχονται στην εξουσία, σημειώνει ο Πικετί στο «Clivages politiques et inégalités sociales» («Πολιτικά Ρήγματα και Κοινωνικές Ανισότητες»).

Για να δοθεί η απάντηση, μια διεθνής ομάδα είκοσι ερευνητών μελέτησε την εκλογική συμπεριφορά των ψηφοφόρων ανάλογα με την ηλικία τους, το φύλο τους, τα εισοδήματά τους, το μορφωτικό τους επίπεδο, την προέλευση και το θρήσκευμά τους βάσει δημοσκοπήσεων μετά από 500 εκλογικές αναμετρήσεις σε πενήντα χώρες από το 1948 έως το 2020.

Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι ενώ μέχρι τη δεκαετία του 1980 ψηφοφόροι με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και εισοδήματα ψήφιζαν κατά κόρον την Αριστερά και εκείνοι με υψηλά εισοδήματα και πτυχία ψήφιζαν τη Δεξιά, έκτοτε η κατάσταση άρχισε να αλλάζει βαθμηδόν.

Η πολιτική επιλογή των ελίτ διαμοιράστηκε μεταξύ ατόμων με υψηλό μορφωτικό επίπεδο που ψηφίζουν ολοένα και περισσότερο αριστερά κόμματα και ατόμων με υψηλά εισοδήματα ή περιουσία που απέκτησαν από κληρονομιές, που συνεχίζουν να ψηφίζουν δεξιούς πολιτικούς σχηματισμούς, εκτός κι αν τα τελευταία ανήκουν σε θρησκευτικές ή φυλετικές μειονότητες, οπότε κατά πλειοψηφία προτιμούν την Αριστερά -ενώ άτομα με ίδιο μορφωτικό επίπεδο και εισοδήματα, που τους απασχολεί έντονα το θέμα της εθνικής ταυτότητας, κλίνουν ολοένα και περισσότερο προς τη Δεξιά και τον εθνικισμό.

Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, με κάποιες παραλλαγές ανάλογα με τη χώρα. Στη Γαλλία, επί παραδείγματι, τα τρία τέταρτα των πολιτών που οι παππούδες τους κατάγονταν από μη ευρωπαϊκές χώρες και οι μισοί εκείνων που οι παππούδες τους κατάγονταν από ευρωπαϊκά κράτη ψήφισαν αριστερά κόμματα στις τελευταίες εκλογές, όπως και μόλις κάτι παραπάνω από το ένα τρίτο εκείνων που οι παππούδες τους ήταν Γάλλοι.

Τα ταξικά κριτήρια και η «εθνική ταυτότητα»
Από την άλλη πλευρά, σε ορισμένες χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Ασίας και της Αφρικής, όπως η Ινδία και η Νιγηρία, παρατηρείται μια ενίσχυση των «ταξικών» κινήτρων κατά την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος έναντι εκείνων που ψηφίζουν κινήματα που υπερασπίζονται την εθνική ταυτότητα, που μέχρι τότε έκαναν τις επιλογές τους βάσει εθνικών, θρησκευτικών ή «φυλετικών» κριτηρίων.

Αντίθετα με τη δυτική «εθνικιστική» ανάγνωση της πολιτικής σε μη δυτικές δημοκρατίες, «κυρίως η Δύση είναι που στρέφεται προς τον εθνικισμό, την ώρα που άλλες δημοκρατίες επιλέγουν με ταξικά κριτήρια», σχολιάζει ο Πικετί και οι συνυπογράφοντες το βιβλίο.

Γεγονός παραμένει ότι σε πολλές χώρες, όπως π.χ. στο Πακιστάν και τη Νότια Αφρική, τα όρια της εισοδηματικής ανισότητας υπερκαλύπτουν τα αντίστοιχα της εθνικής, φυλετικής προέλευσης ή θρησκεύματος, καθιστώντας έτσι αγεφύρωτα τα ρήγματα μεταξύ «ταξικής» και «εθνικής ταυτότητας».

Τα φαινόμενα αυτά και οι παραλλαγές τους αναλύονται λεπτομερώς κατά χώρα πέρα από τον γενικό διαχωρισμό «Αριστερά-Δεξιά», αλλά οι ερευνητές προτάσσουν δύο υποθέσεις:

Πρώτον, ότι στο πλαίσιο μιας απότομης αύξησης του μορφωτικού επιπέδου, τα παιδιά εκείνων οι οποίοι, λόγω του κοινωνικού τους υπόβαθρου, ψήφιζαν αριστερά κόμματα, συνέχισαν να το κάνουν. Από την άλλη πλευρά, όσοι έχουν μείνει στο περιθώριο του εκπαιδευτικού συστήματος έχουν εγκαταλείψει την Αριστερά, επειδή η τελευταία αντικατέστησε την υπόσχεση για βελτίωση της κοινωνικής κατάστασης όλων με μια νέα μορφή αξιοκρατίας, το ιδεολογικό αντίστοιχο της δεξιάς δέσμευσης για ανταμοιβή της «προσπάθειας» στην εργασία μέσω της βελτίωσης του μορφωτικού επιπέδου.

Δεύτερον, από τη δεκαετία του 1980 και μετά παίζουν σημαντικό ρόλο και τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης. Ενώ η «μορφωμένη» Αριστερά αποδεχόταν -στο όνομα των αξιών της διαφάνειας- την απώλεια του κρατικού ελέγχου στις εμπορικές, οικονομικές και ανθρώπινες ροές, οι εργάτες και οι εργαζόμενοι, που υπέφεραν από τις οικονομικές κρίσεις, την ανεργία και τις μετεγκαταστάσεις εταιρειών σε χώρες με φθηνότερα εργατικά χέρια, εξέλαβαν ως τελευταίο προπύργιο και ύστατο καταφύγιό τους τα σύνορα του εθνικού κράτους ή την απόσυρσή τους στην εθνική, εθνοτική, θρησκευτική ή πολιτιστική κοινότητά τους.

Αυτά τα συμπεράσματα για τις εκλογικές τάσεις δείχνουν ότι ενώ στις δυτικές δημοκρατίες η σοσιαλδημοκρατική Αριστερά εγκατέλειψε το σύνθημα της αναδιανομής του πλούτου υπέρ της χειραφέτησης των μειονοτήτων, η εθνικιστική Δεξιά έκανε σημαία της το αίτημα της ασφάλειας. Και η λαϊκή ψήφος δεν θα επιστρέψει στην Αριστερά παρά μόνον αν η τελευταία προτάξει και πάλι τις ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση και την αναδιανομή του πλούτου στην ατζέντα της.
Πηγή: iefimerida.gr – https://www.iefimerida.gr/kosmos/toma-piketi-exigei-giati-oi-ftohoi-psifizoyn-dexia-kommata

«Γιατί η Aριστερά δεν ασκεί πλέον τόση γοητεία στα λαϊκά στρώματα;» είναι το θεμελιώδες ερώτημα που θέτει στο νέο του βιβλίο ο διάσημος, αριστερός, Γάλλος οικονομολόγος Τομά Πικετί, μετά την αίσθηση που είχε προκαλέσει προ οκταετίας με το βιβλίο «Το Κεφάλαιο τον 21ο αιώνα».

Γιατί τα αριστερά κόμματα, που ευαγγελίζονται την αναδιανομή του πλούτου, δεν επωφελούνται στις κάλπες από την αύξηση των ανισοτήτων σε δημοκρατικές χώρες τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες;

Αντίθετα, από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία μέχρι τη Γαλλία, την Ινδία και τη Βραζιλία, τα εθνικιστικά κόμματα, τα δεξιά και οι ακροδεξιοί λαϊκιστές ηγέτες είναι που δρέπουν τους καρπούς από τη μία εκλογική αναμέτρηση στην άλλη και ενίοτε ανέρχονται στην εξουσία, σημειώνει ο Πικετί στο «Clivages politiques et inégalités sociales» («Πολιτικά Ρήγματα και Κοινωνικές Ανισότητες»).

Για να δοθεί η απάντηση, μια διεθνής ομάδα είκοσι ερευνητών μελέτησε την εκλογική συμπεριφορά των ψηφοφόρων ανάλογα με την ηλικία τους, το φύλο τους, τα εισοδήματά τους, το μορφωτικό τους επίπεδο, την προέλευση και το θρήσκευμά τους βάσει δημοσκοπήσεων μετά από 500 εκλογικές αναμετρήσεις σε πενήντα χώρες από το 1948 έως το 2020.

Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι ενώ μέχρι τη δεκαετία του 1980 ψηφοφόροι με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και εισοδήματα ψήφιζαν κατά κόρον την Αριστερά και εκείνοι με υψηλά εισοδήματα και πτυχία ψήφιζαν τη Δεξιά, έκτοτε η κατάσταση άρχισε να αλλάζει βαθμηδόν.

Η πολιτική επιλογή των ελίτ διαμοιράστηκε μεταξύ ατόμων με υψηλό μορφωτικό επίπεδο που ψηφίζουν ολοένα και περισσότερο αριστερά κόμματα και ατόμων με υψηλά εισοδήματα ή περιουσία που απέκτησαν από κληρονομιές, που συνεχίζουν να ψηφίζουν δεξιούς πολιτικούς σχηματισμούς, εκτός κι αν τα τελευταία ανήκουν σε θρησκευτικές ή φυλετικές μειονότητες, οπότε κατά πλειοψηφία προτιμούν την Αριστερά -ενώ άτομα με ίδιο μορφωτικό επίπεδο και εισοδήματα, που τους απασχολεί έντονα το θέμα της εθνικής ταυτότητας, κλίνουν ολοένα και περισσότερο προς τη Δεξιά και τον εθνικισμό.

Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, με κάποιες παραλλαγές ανάλογα με τη χώρα. Στη Γαλλία, επί παραδείγματι, τα τρία τέταρτα των πολιτών που οι παππούδες τους κατάγονταν από μη ευρωπαϊκές χώρες και οι μισοί εκείνων που οι παππούδες τους κατάγονταν από ευρωπαϊκά κράτη ψήφισαν αριστερά κόμματα στις τελευταίες εκλογές, όπως και μόλις κάτι παραπάνω από το ένα τρίτο εκείνων που οι παππούδες τους ήταν Γάλλοι.

Τα ταξικά κριτήρια και η «εθνική ταυτότητα»
Από την άλλη πλευρά, σε ορισμένες χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Ασίας και της Αφρικής, όπως η Ινδία και η Νιγηρία, παρατηρείται μια ενίσχυση των «ταξικών» κινήτρων κατά την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος έναντι εκείνων που ψηφίζουν κινήματα που υπερασπίζονται την εθνική ταυτότητα, που μέχρι τότε έκαναν τις επιλογές τους βάσει εθνικών, θρησκευτικών ή «φυλετικών» κριτηρίων.

Αντίθετα με τη δυτική «εθνικιστική» ανάγνωση της πολιτικής σε μη δυτικές δημοκρατίες, «κυρίως η Δύση είναι που στρέφεται προς τον εθνικισμό, την ώρα που άλλες δημοκρατίες επιλέγουν με ταξικά κριτήρια», σχολιάζει ο Πικετί και οι συνυπογράφοντες το βιβλίο.

Γεγονός παραμένει ότι σε πολλές χώρες, όπως π.χ. στο Πακιστάν και τη Νότια Αφρική, τα όρια της εισοδηματικής ανισότητας υπερκαλύπτουν τα αντίστοιχα της εθνικής, φυλετικής προέλευσης ή θρησκεύματος, καθιστώντας έτσι αγεφύρωτα τα ρήγματα μεταξύ «ταξικής» και «εθνικής ταυτότητας».

Τα φαινόμενα αυτά και οι παραλλαγές τους αναλύονται λεπτομερώς κατά χώρα πέρα από τον γενικό διαχωρισμό «Αριστερά-Δεξιά», αλλά οι ερευνητές προτάσσουν δύο υποθέσεις:

Πρώτον, ότι στο πλαίσιο μιας απότομης αύξησης του μορφωτικού επιπέδου, τα παιδιά εκείνων οι οποίοι, λόγω του κοινωνικού τους υπόβαθρου, ψήφιζαν αριστερά κόμματα, συνέχισαν να το κάνουν. Από την άλλη πλευρά, όσοι έχουν μείνει στο περιθώριο του εκπαιδευτικού συστήματος έχουν εγκαταλείψει την Αριστερά, επειδή η τελευταία αντικατέστησε την υπόσχεση για βελτίωση της κοινωνικής κατάστασης όλων με μια νέα μορφή αξιοκρατίας, το ιδεολογικό αντίστοιχο της δεξιάς δέσμευσης για ανταμοιβή της «προσπάθειας» στην εργασία μέσω της βελτίωσης του μορφωτικού επιπέδου.

Δεύτερον, από τη δεκαετία του 1980 και μετά παίζουν σημαντικό ρόλο και τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης. Ενώ η «μορφωμένη» Αριστερά αποδεχόταν -στο όνομα των αξιών της διαφάνειας- την απώλεια του κρατικού ελέγχου στις εμπορικές, οικονομικές και ανθρώπινες ροές, οι εργάτες και οι εργαζόμενοι, που υπέφεραν από τις οικονομικές κρίσεις, την ανεργία και τις μετεγκαταστάσεις εταιρειών σε χώρες με φθηνότερα εργατικά χέρια, εξέλαβαν ως τελευταίο προπύργιο και ύστατο καταφύγιό τους τα σύνορα του εθνικού κράτους ή την απόσυρσή τους στην εθνική, εθνοτική, θρησκευτική ή πολιτιστική κοινότητά τους.

Αυτά τα συμπεράσματα για τις εκλογικές τάσεις δείχνουν ότι ενώ στις δυτικές δημοκρατίες η σοσιαλδημοκρατική Αριστερά εγκατέλειψε το σύνθημα της αναδιανομής του πλούτου υπέρ της χειραφέτησης των μειονοτήτων, η εθνικιστική Δεξιά έκανε σημαία της το αίτημα της ασφάλειας. Και η λαϊκή ψήφος δεν θα επιστρέψει στην Αριστερά παρά μόνον αν η τελευταία προτάξει και πάλι τις ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση και την αναδιανομή του πλούτου στην ατζέντα της.

 

Πηγή άρθρου και φωτογραφίας: www.iefimerida.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ