ΑΠΟΨΕΙΣ - 15/03/2025 - 8:56 πμ
Μπροστά στην κρίσιμη πενταετία

Ανδρέας Ζούλας
Η εκλογή του κ. Κων. Τασούλα στο αξίωμα του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας μπορεί και πρέπει να αποτελέσει την απαρχή μιας πενταετούς περιόδου απογειώσεως της χώρας
Αυτό που περισσότερο από οτιδήποτε άλλο χρειάζεται η χώρα είναι η πολιτική ηπιότητα και η κοινωνική ηρεμία. Η έλλειψη των παραγόντων αυτών είναι εξαιρετικά αρνητικό στοιχείο, όχι μόνο για την «εικόνα» της σε ένα εξαιρετικά ταραγμένο και ασταθές διεθνές περιβάλλον, αλλά και για την ίδια την άσκηση αποτελεσματικής πολιτικής. Και είναι «ηλίου φαεινότερο», ότι το στοιχείο που προκάλεσε την απίστευτη, πρωτοφανή εδώ και πολλά χρόνια, πολιτική οξύτητα, είναι το δυστύχημα στα Τέμπη, με την αδόκητη και τραγική απώλεια πενήντα επτά νέων, στην πλειονότητά τους, ανθρώπων, ισόβιο πένθος των οικείων και αιτία αντιδράσεων του κοινωνικού συνόλου. Κυβέρνηση και Αντιπολίτευση κρίνονται με κριτήριο την στάση τους έναντι του δυστυχήματος.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία – και αυτό θα κριθεί και δικαστικά – ότι το πρώτο και κύριο αίτιο του δυστυχήματος είναι το «ανθρώπινο λάθος». Αν ο μοιραίος, όσο και ανεπαρκέστατος σταθμάρχης δεν είχε κάνει το λάθος να στείλει τις δύο αμαξοστοιχίες να συγκρουστούν, δεν θα είχε γίνει το δυστύχημα, όπως και αν είχε μείνει στην θέση του ο δεύτερος προβλεπόμενος σταθμάρχης. Γι’ αυτό έγινε η σύγκρουση. Και πρέπει να γίνει σαφές ότι, όπου υπάρχει αυτό το «ανθρώπινο λάθος» στην συγκεκριμένη κρίσιμη στιγμή, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι το δυστύχημα αποτρέπεται από τα «αυτόματα συστήματα». Κι αυτό φαίνεται από τις περιπτώσεις παρομοίων δυστυχημάτων σε χώρες με πλήρως ανεπτυγμένα και λειτουργούντα, αυτοματοποιημένα συστήματα.
Βεβαίως, αυτό δεν είναι το μόνο που θα κρίνει η Δικαιοσύνη. Θα κρίνει, επίσης, σειρά άλλων καταγγελιών που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, οι οποίες, όμως, όλες ανεξαιρέτως, και αν ακόμη ισχύουν στο απόλυτο και είναι και ελεγκτέες, και πάλι δεν συνιστούν την αιτία του δυστυχήματος.
Το δυστύχημα των Τεμπών έχει προκαλέσει τεράστια φθορά τόσο στην Κυβέρνηση, όσο, όμως, και στην Αντιπολίτευση. Η Κυβέρνηση, ό,τι και όσα αντεπιχειρήματα και αν παραθέτει, παρακολουθείται από τις λέξεις «το έγκλημα των Τεμπών» και «συγκάλυψη». Η δε Αντιπολίτευση, συνολικά, βαρύνεται με την δημόσια απαξίωση, γιατί η κοινή γνώμη κρίνει ότι κάνει αγρία πολιτική εκμετάλλευση του δυστυχήματος. Και αυτά καταφαίνονται στις σχετικές δημοσκοπήσεις: Η μεν Κυβέρνηση έχει χάσει μεγάλο μέρος της «εκλογικής της δύναμης», ακόμη και με «βάση» τις Ευρωεκλογές. Την ίδια στιγμή, όμως, η Αντιπολίτευση κρίνεται ως τελείως αναξιόπιστη από ένα ποσοστό πάνω από το 80% (προ ημερών ή 60% τις ημέρες αυτές) που πιστεύει ότι «εκμεταλλεύεται» πολιτικά το θέμα, το έκανε «εργαλείο» πολιτικής.
Κοντά σε αυτά, ήρθε το τετραήμερο της συζήτησης προ ημερησίας διατάξεως στην Βουλή και αμέσως, έπειτα, της «πρότασης μομφής» για να αναδείξει μια απίστευτη υποβάθμιση του πολιτικού λόγου της Αντιπολίτευσης. Χωρίς καμία αναστολή, κανέναν φραγμό, λέξεις και χαρακτηρισμοί όπως «δολοφόνοι», «εγκληματίες» «απατεώνες» ήταν το τρέχον λεξιλόγιο των αγορητών της Αντιπολίτευσης, σε μια εμφανέστατη προσπάθεια να υπερβάλει ο ένας τον άλλον σε επιθετικότητα. Τέτοιο φαινόμενο και τέτοιο επίπεδο «κοινοβουλευτικού λόγου» δεν έχει προηγούμενο τα τελευταία χρόνια.
Ο πολιτικός λόγος της Αντιπολίτευσης στο Κοινοβούλιο τις συγκεκριμένες αυτές ημέρες κορυφώνει την συνολική πολιτική της επί σειρά μηνών με επίκεντρο «τα Τέμπη». Και, για να αναθεωρήσουν την στάση τους προς το ορθολογικότερο – γιατί αντιπολιτευτικός λόγος όχι μόνο μπορεί να γίνει χωρίς υβρεολόγιο, αλλά μπορεί να είναι και αποτελεσματικότερος – πρέπει τα κόμματα της Αντιπολίτευσης να κάνουν έναν ειλικρινή απολογισμό της δράσης τους. Θα τα βοηθήσουν, πιστεύω, σ’ αυτό οι τελευταίες δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι οι δύο κύριοι «πόλοι» της Αντιπολίτευσης, (ΠΑΣΟΚ και Σύριζα) μένουν πια πίσω από την Πλεύση Ελευθερίας.
Αναφέρομαι στην πρώτη εξ αυτών των δημοσκοπήσεων (Interview) δεδομένου ότι και αυτές που ακολούθησαν παρεμφερή στοιχεία καταγράφουν, πλην άλλων που … υπερβολικά αποκλίνουν, από τις κοινές διαπιστώσεις. Μετά την, πάντοτε πρώτη, Νέα Δημοκρατία με 25,8%, έρχεται η κ. Κωνσταντοπούλου με 15,3%, αφήνοντας πίσω το ΠΑΣΟΚ του κ. Ανδρουλάκη με μόλις 13,1% (έχοντας χάσει «δύναμη» σε σχέση με λίγες μόλις εβδομάδες πριν) και τον Σύριζα του κ. Φάμελλου, με …5%, μετά την Ελληνική Λύση του «ρωσόφιλου» κ. Βελόπουλου (10%) και το ΚΚΕ, (9,6%), για να μείνουμε μόνον σε αυτά τα κόμματα.
Η άνοδος της Πλεύσης Ελευθερίας είναι απολύτως φυσιολογική, μέσα στο παράλογο γενικό πολιτικό πλαίσιο της περιόδου αυτής. Όταν ο μέσος πολίτης κρίνει σε ποσοστό 82%, πριν λίγες ημέρες και 62%, τώρα, ότι όλα τα κόμματα της Αντιπολίτευσης εκμεταλλεύονται πολιτικά το δυστύχημα των Τεμπών, είναι αναπότρεπτο να «διακρίνεται» εκείνος που υπερέχει των λοιπών και σε αυτό. Και είναι δεδομένο ότι η κυρία Κωνσταντοπούλου υπερβάλλει όλους τους λοιπούς ηγέτες της Αντιπολίτευσης σε «καταγγελτικό λόγο».
Αν όμως εκεί εντοπίζεται ο «μέγας κερδισμένος», αναμφισβήτητα ο «μέγας χαμένος» της πολιτικής αντιπαράθεσης για τα Τέμπη είναι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Ανδρουλάκης προκάλεσε την συζήτηση για την πρόταση μομφής. Και εκ του αποτελέσματος, όπως φαίνεται από τα δημοσκοπικά «ευρήματα», σαφέστατα επιβεβαιώθηκε η επισήμανση που έκανε ο κ. Μητσοτάκης, τονίζοντάς του ότι «έγινε ουρά της κυρίας Κωνσταντοπούλου» και των λοιπών συνυπογραψάντων την πρόταση μομφής που εκείνος κατέθεσε ως αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Αποκαλύπτει εξάλλου – ή μάλλον κατά την κρίση μου επιβεβαιώνει – πρωτόλεια πολιτική σκέψη το να ζητάς να πέσει η Κυβέρνηση και να γίνουν εκλογές, αλλά και ταυτόχρονα να είσαι κάτω από το 20% – και σε «ελευθέρα πτώση» προς το 10%, – αλλά και να λες ότι δεν θα συνεργαστείς με κανέναν, Με τέτοια «θέση» το ότι το ΠΑΣΟΚ περνά στην τρίτη θέση, μετά την Πλεύση Ελευθερίας, μάλλον αναπότρεπτο είναι, όσο παράδοξο και μη αναμενόμενο και αν φαίνεται, ακόμη και τώρα που συνέβη.
Αυτό όμως δεν είναι το μόνο «κακό» που «βρήκε» τον κ. Ανδρουλάκη. Το δεύτερο που σαφώς διεφάνη κατά την συζήτηση της πρότασης μομφής είναι ότι αυτή προκάλεσε το έναυσμα άλλων συζητήσεων για προσεγγίσεις και συνεργασίες. Ο πρόεδρος του Σύριζα συνεχώς τονίζει την ανάγκη συμπράξεων και «καλεί» σε συζητήσεις για συμπράξεις, όχι μόνο για να φεύγει «αυτή η Κυβέρνηση», αλλά και για να σχηματιστεί μετεκλογική Κυβέρνηση συνεργασίας. Και έσπευσαν από το βήμα της Βουλής τόσο ο κ. Χαρίσης, πρόεδρος της Νέας Αριστεράς (η οποία πρέπει να πούμε ότι είναι το τελευταίο σε δύναμη κόμμα με 1,3% και με … προοπτική κάτω της μονάδας) όσο και η κυρία Αχτσιόγλου, να πουν ότι πρέπει από τώρα να τεθούν τα πλαίσια και οι γραμμές συνεργασίας.
Για τον κ. Φάμελλο, αρκούμαι να υπενθυμίσω την αποστροφή του κ. Μητσοτάκη, στην τελική ομιλία του κατά την συζήτηση της πρότασης μομφής. Είπε στον κ. Φάμελλο ότι δεν μπόρεσε να αντιληφθεί τι έλεγε – από γραπτό κείμενο – αναφερόμενος σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Και του συνέστησε να αλλάξει κειμενογράφο, γιατί επί δέκα λεπτά έλεγε πράγματα αντιφατικά, που το ένα αναιρούσε το άλλο…
Είπε, όμως, και κάτι άλλο ο κ. Μητσοτάκης, αναφερόμενος σε κάποια αποστροφή του κ. Ανδρουλάκη για την συμβολή του στην πρόβλεψη κονδυλίων (περίπου 1,5 δις) για την Ελλάδα, με την δράση του ως ευρωβουλευτού… Ο κ. Μητσοτάκης παρατήρησε ότι τα – πολλαπλά -κονδύλια (άνω των 36 δις) διασφαλίστηκαν από την δική του διαπραγμάτευση σε Σύνοδο Κορυφής. Και πρόσθεσε κάτι που μπορεί να αναφέρεται στον κ. Ανδρουλάκη ή και στον κ. Φάμελλο (που λένε ότι θα γίνουν πρωθυπουργοί, αυτοδυνάμως ο πρώτος ή συνεργαζόμενος ο δεύτερος) αλλά αφορά, τελικά, τον πολίτη, ψηφοφόρο:
Οι αποφάσεις στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια λαμβάνονται κατόπιν σκληρής, επίπονης, διαπραγμάτευσης σε επίπεδο κορυφής. Και εκεί οι Πρωθυπουργοί και οι Αρχηγοί κρατών είναι μόνοι τους, χωρίς συμβούλους. Διαπραγματεύονται μόνοι τους, χωρίς συμβούλους (και χωρίς διερμηνείς, προσθέτω εγώ). Δεν έχει, λοιπόν, ο πολίτης-ψηφοφόρος, παρά να φανταστεί τον κ. Ανδρουλάκη ή τον κ. Φάμελλο, στην θέση του πρωθυπουργού της χώρας να μετέχει σε Σύνοδο Κορυφής, μόνος, χωρίς συμβούλους (και χωρίς διερμηνείς) για να προδικάσει και το αποτέλεσμα της εκεί παρουσίας τους…
Αντιπολίτευση υπάρχει αριθμητικά, αλλά δεν υπάρχει πολιτικά. Αυτό διαπιστώνεται συνεχώς. Και με αυτό δεδομένο οι ευθύνες της Νέας Δημοκρατίας για την διακυβέρνηση της χώρας είναι επαυξημένες. Δεν υπάρχει πρόταση για εναλλακτική πολιτική. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η κυβερνητική δράση, με σφάλματα ή ελλειμματικότητα, μπορεί να δίνει τροφή σε έναν μηδενιστικό αντιπολιτευτικό λόγο, όπως συμβαίνει με την περίπτωση του δυστυχήματος των Τεμπών. Βγαίνουν όλοι ζημιωμένοι, με πρώτη την ελληνική κοινωνία.
Μίλησαν οι πάντες. Τώρα είναι η ώρα να μιλήσει η Δικαιοσύνη, αφού σταθμίσει συνθήκες, πράξεις και παραλείψεις.
Καθήκον των κομμάτων η έντιμη αυτοκριτική τους. Και καθήκον της Κυβέρνησης η επανεκκίνησή της, με αφετηρία την εκλογή του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας και τον – τελικό πιστεύουμε πριν από τις, εκλογές – Ανασχηματισμό της.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Δρ. Κωνσταντίνος Π. Μπαλωμένος: Ώρα μηδέν για την ευρωπαϊκή άμυνα και ασφάλεια
10.04.2025 - 10:37 πμ
Μύθοι και αλήθειες για τα Τέμπη
07.04.2025 - 12:37 μμ